Σε μία πενταετία το 5% (0-9%) των BCC θα υποτροπιάσουν από την αρχική θεραπεία, το ποσοστό δε αυτό είναι παραπλήσιο για τα διάφορα είδη θεραπείας και παρά την εκτομή σε υγιή όρια προκειμένου για χειρουργική θεραπεία.
Τα ποσοστά υποτροπής εξαρτώνται από το μέγεθος και τη θέση του BCC , το φύλο και την ηλικία του ασθενούς καθώς και το είδος της χρησιμοποιηθείσης θεραπείας. Το σκληρωτικό BCC επίσης σχετίζεται με μεγαλύτερα ποσοστά υποτροπών.
Η διάγνωση ενός υποτροπιάσαντος BCC μπαίνει όταν εμφανίζεται βλάβη στην άμεση περιοχή προηγούμενης αφαίρεσης BCC, μέσα σε μία πενταετία από την αρχική αφαίρεση της βλάβης. Η διάγνωση των υποτροπών είναι ιδιαίτερα δύσκολη λόγω των αλλαγών που έχουν επέλθει στην περιοχή κλινικά και μικροσκοπικά από το χειρουργείο, αλλά και από την ίνωση που έχει δημιουργηθεί. Η υποτροπή πρέπει να έχει τους ίδιους ιστολογικούς χαρακτήρες με την αρχική βλάβη.
Ευρύτερη εκτομή βασικοκυτταρικού καρκινώματος τραχήλου
Οι υποτροπές μπορούν να ταξινομηθούν σε 3 κατηγορίες:
1. Ατελής εκτομή της αρχικής βλάβης με άμεση συμπληρωματική εκτομή. Σε αυτές τις περιπτώσεις υπολλειπόμενος όγκος ανευρίσκεται σε λιγότερο του 60% των συμπληρωματικών εκτομών.
2. Ατελής εκτομή που δεν αντιμετωπίζεται άμεσα και υποτροπή που εμφανίζεται μήνες ή χρόνια μετά την αρχική εκτομή. Περίπου 30% των ατελών εκτομών BCC θα υποτροπιάσουν, η συντριπτική τους δε πλειοψηφία θα συμβεί την πρώτη διετία μετά την εκτομή.
Στις πιο πολλές περιπτώσεις ατελών εκτομών, ειδικά όταν η ιστολογική εκτίμηση είναι ότι η βλάβη εκτείνεται πλησίον των χειρουργικών ορίων, αρκεί η συστηματική παρακολούθηση των ασθενών αυτών για μία διετία, χωρίς να προβούμε σε συμπληρωματική εκτομή της βλάβης. Όταν όμως υπάρχει σαφής υπολειπόμενη νόσος, η αρχική βλάβη ήταν μεγάλη ή ο ασθενής είναι κάτω των 50 ετών, πιθανά είναι καλύτερο να προβούμε σε συμπληρωματική εκτομή στην περιοχή της βλάβης, αμέσως μετά την λήψη της ιστολογικής εξέτασης.
3. Σχηματισμός νέου όγκου στην περιοχή προηγούμενης εκτομής, που λόγω της εγγύτητας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί νέο BCC. Η πιθανότητα μιας τέτοιας περίπτωσης αυξάνεται σημαντικά στα BCC που οι παθολογοανατόμοι ονομάζουν πολυεστιακά, και όπου ενώ τα όρια εκτομής είναι υγιή, δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα ύπαρξης εναπομείνουσας εστίας BCC πλησίον των εγχειρητικών ορίων. Ένα ακόμη στοιχείο που πρέπει να προσέξουμε στην αρχική ιστολογική εξέταση είναι η περινευρική ή περιλεμφική διήθηση και η διήθηση βλεννογόνων και περιοστέων από τα καρκινικά κύτταρα. Για τα BCC αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για περιοχές γύρω από τον πρόδρομο της ρινός. Τα στοιχεία αυτά χειροτερεύουν σημαντικά την πρόγνωση των δερματικών καρκίνων, και για τα SCC αυξάνουν επίσης την πιθανότητα λεμφαδενικών μεταστάσεων.
Για περισσότερες πληροφορίες και υπεύθυνη ενημέρωση επικοινωνήστε με τον κο Όθωνα Μιχαήλ, Γενικό Χειρουργό, Διευθυντή Χειρουργικής Κλινικής Ιατρικού Παλαιού Φαλήρου και Υπεύθυνο Τμήματος Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής, Τηλ.: 2109520070, 6944435931 | Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. | http://www.omichail.gr